- Ἐφύρῃ
- Ἔφυραfem dat sg (epic ionic)Ἐφύραfem dat sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἐφύρη — Ἐφύρα fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐφύρη — φύρω mix aor ind pass 3rd sg ἐφύ̱ρη , φυράω mixing imperf ind act 3rd sg (doric) ἐφύ̱ρη , φυράω mixing imperf ind act 3rd sg (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ЭФИРА — • Ephўra, Έφύρη (эолийская ли это форма вместо εφόρα = сторожевая башня?), пеласгическое имя городов: называвшегося позже Коринфом, в Элиде на берегу реки Селленса (Il. 2, 659. 6, 152), в Фессалии (позже Краннон), в Этолии (κώμη Έφ … Реальный словарь классических древностей
Εφύρα — I Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του Ωκεανού και της Θέτιδας, σύζυγος του Επιμηθέα. Έδωσε το όνομά της στη πόλη που αργότερα ονομάστηκε Κόρινθος. Το όνομα της Ε. δόθηκε στην πρωτεύουσα της Ήλιδας και έδρα του Αυγεία. Επίσης, σε ένα από τα αργολικά… … Dictionary of Greek